25-12-2022, Ω/12:05′
Του Κώστα Βελούτσου*
–Αεροδρόμιο. Όσο πιο γρήγορα μπορείς. Αυτό θυμάμαι είχα πει στον ταξιτζή.
Ανήμερα των Χριστουγέννων του ’87, μόλις 15 ημέρες στο Σώμα. Πυροσβέστης ή καλύτερα δόκιμος πυροσβέστης 15 ημερών. Η χριστουγεννιάτικη άδεια είχε ήδη ξεκινήσει και ήμουν από τους τυχερούς αφού λόγω της νησιώτικης απόστασης θα είχα τρεις επιπλέον ημέρες από τους υπόλοιπους. Η αλήθεια όμως ήταν πως βιαζόμουν. Δεν είχα βγάλει εισιτήριο, αλλά ήλπιζα πως όσο πιο γρήγορα φτάσω στο αεροδρόμιο θα είχα ελπίδες για να βρω. Ήθελα να φτάσω στο σπίτι μου όσο πιο γρήγορα γινόταν. Και είχα τόσα πολλά να διηγηθώ στους δικούς μου για αυτές τις ημέρες που ήμουνα στην πυροσβεστική σχολή. Για τις υπηρεσίες που έκανα ως δόκιμος, για τα συμβάντα που πήγα, για όλες τις πυροσβεστικές εικόνες που είχα μέσα μου μέχρι τώρα. Επιβιβάστηκα στο ταξί από την Κηφισιά με κατεύθυνση προς το αεροδρόμιο. Οι νιφάδες του χιονιού που άλλοτε ήταν αραιές και κάποιες φορές πιο πυκνές, όπως και ο κατάλευκος ήλιος, μου υπενθύμιζαν για άλλη μια φορά ότι ήταν ένα χριστουγεννιάτικο πρωινό όπως ακριβώς έπρεπε να είναι. Λευκό και κρύο…
-Αυτά, λέει όταν τον ρωτούν για εκείνη την ημέρα που έγινε το δυστύχημα. Δεν έχει άλλες εικόνες. Λες και ο νους του σταμάτησε εκεί. Αυτά έχει πει εκατοντάδες φορές σε μένα και στους συναδέλφους του από το ανακριτικό της πυροσβεστικής που έρχονται συχνά για να του πάρουν κατάθεση με την ελπίδα ότι κάτι θα θυμηθεί απ’ αυτά τα Χριστούγεννα. Τίποτα όμως δεν αλλάζει… Τα ίδια λόγια, ίδιες και οι εικόνες. Ας είναι. Ας είναι έτσι και δεν με νοιάζει. Τουλάχιστον ζει. Επέζησε, και αυτό είναι θαύμα…
10 ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ.
Η ευθύνη είναι δική μου. Το παραδέχομαι. Εγώ έλεγα και ξανάλεγα στον οδηγό να τρέξει σ’ έναν δρόμο που ήταν, λόγω του ψύχους ολισθηρός. Του είπα ψέματα ότι θα έχανα την πτήση αν δεν πήγαινε γρήγορα. Αυτό του επαναλάμβανα συνεχώς. Ήθελα να προλάβω, να κερδίσω περισσότερα λεπτά μαζί με την οικογένειά μου. Εγώ φταίω για τον θάνατο του οδηγού και για την δική μου κατάσταση. Θυμάμαι να τον βλέπω να ψυχορραγεί και να μην μπορώ να τον βοηθήσω. Να μην μπορώ να του προσφέρω έστω και την παραμικρή βοήθεια. Δεν μπορούσα να κάνω καμία κίνηση, δεν μπορούσα να του μιλήσω, να απλώσω τα χέρια μου στα δικά του και να τον τραβήξω πάλι πίσω στη ζωή. Όσο για μένα δεν αισθανόμουν τα πόδια μου λες και δεν ήταν πια δικά μου μέλη, και από το κεφάλι μου ένοιωθα να τρέχει αίμα. Δεν ήξερα από πού ακριβώς, αλλά έτρεχε πάνω στο πρόσωπό μου ένα ζεστό κόκκινο ποτάμι. Το βλέμμα μου ήταν στάσιμο δεν ήξερα πού ακριβώς σταμάτησε, σε ποια εικόνα και σε ποια στιγμή, ήταν όμως θλιμμένο και παγερό, θαρρείς πως συνωμοτούσε άριστα με την ψυχρή εκείνη ημέρα των Χριστουγέννων. Δεν είχα καμία επαφή με τους συναδέλφους μου διασώστες απ’ ό, τι μου είπαν πολύ καιρό αργότερα, αλλά αυτό ήταν το λιγότερο κακό που μου είχε συμβεί. Και μετά τα γνωστά… Νοσοκομείο, εντατική, επεμβάσεις και εγώ να παλεύω για να κρατηθώ στη ζωή.
Αυτή η λεπτή κλωστή που λένε ότι είτε σπάει και σε οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον θάνατο ή πάλι δυναμώνει και σε κρατάει στη ζωή, με βεβαιότητα λέω πως την ένοιωσα. Ήταν φορές που την ένοιωθα να λεπταίνει τόσο πολύ που να γίνεται αόρατη, ανύπαρκτη και κάποιες άλλες να γίνεται ισχυρή και ατσάλινη που με γέμιζε με ανυπέρβλητη δύναμη και δίψα για τη ζωή.
Οχτώ μήνες αργότερα από το δυστύχημα είχα πια πλήρη επίγνωση της κατάστασης μου. Το μυαλό επανήλθε, μπορούσα να θυμηθώ το παρελθόν, μπορούσα να μιλήσω, μπορούσα περιγράψω με ακρίβεια για οτιδήποτε με ρωτούσαν για το θλιβερό εκείνο τροχαίο ανήμερα των Χριστουγέννων.
Η κλινική μου κατάσταση ήταν αρκετά καλή και καθημερινά παρουσίαζα εμφανή βελτίωση, σύμφωνα με τα λόγια των γιατρών που με παρακολουθούσαν όλο αυτό το διάστημα. Εκείνο όμως που δεν παρουσίαζε καμία απολύτως βελτίωση από την πρώτη ημέρα που νοσηλεύτηκα, ήταν τα κάτω άκρα. Τα πόδια μου δεν υπάκουαν τις εντολές, ήταν σαν να μην υπήρχαν, και το υπόλοιπο της ζωής μου θα το περνούσα πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι.
Δέχτηκα αυτή την κατάσταση ψύχραιμος όταν μου το ανακοίνωσε κατά την έξοδό μου ένας από τους γιατρούς, που παρέβλεψε το ιατρικό πρωτόκολλο, ίσως και τον όρκο αφενός και αφετέρου επειδή ήταν ο θεράπων ορθοπεδικός μου, άρα και ο πιο κοντινότερος σε μένα, δεν ήθελε να πιστεύω σε ψέματα και να ελπίζω σε θαύματα για την υγεία μου.
Έβαλα τα χέρια μου στους τροχούς του αναπηρικού αμαξιδίου και απομακρύνθηκα από το νοσοκομείο.
Μέχρι τώρα, μέχρι σήμερα αυτό κάνω. Έχω μάθει πια να φορώ την στολή μου, να δένω τα κορδόνια των παπουτσιών μου, να κινούμαι μέσα στο σπίτι μου, έχω μάθει πια να πηγαίνω στην υπηρεσία μου πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι.
Από τότε που εντάχθηκα στο Σώμα είμαι σε υπηρεσία γραφείου, με την κρυφή όμως ελπίδα ότι κάποτε θα μπορέσω να σταθώ στα πόδια μου, θα μπορέσω να περπατήσω και τότε θα μπορέσω να είμαι σε μάχιμη βάρδια, θα μπορέσω να είμαι κι εγώ σ’ ένα πυροσβεστικό όχημα να νοιώσω πως είναι να μεταβαίνεις σ’ ένα συμβάν. Να νοιώσω την φωτιά, να νοιώσω την αγωνία των συναδέλφων μου για την θετική έκβαση κάθε συμβάντος, να νοιώσω την επιστροφή στον σταθμό ως νικητές.
ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ. ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ.
Δέκα χρόνια μετά από τότε, δέκα χρόνια πυροσβέστης και το όνειρό μου σήμερα θα γίνονταν, κατά κάποιον τρόπο, πραγματικότητα. Λόγω πολλών αδειών των συναδέλφων και πολλών απουσιών εξαιτίας υπηρεσιακών συνθηκών, πρότεινα στον διοικητή την παραμονή των Χριστουγέννων να εκτελέσω τα καθήκοντα του τηλεφωνητή του 24ωρου στην υπηρεσία, έτσι ώστε τουλάχιστον δύο πυροσβεστικά οχήματα να είναι πλήρως επανδρωμένα με τους συναδέλφους από την βάρδια. Η διοίκηση το δέχτηκε και το πρωί της παραμονής ήμουν ήδη στον σταθμό για εκτέλεση της 24ωρης υπηρεσίας.
Όλα κυλούσαν όπως ακριβώς περίμενα, άλλωστε ήμουν έτοιμος για αυτά τα καθήκοντα, αλλά το ξημέρωμα, ανήμερα των Χριστουγέννων θα το θυμάμαι σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή μου. Θα ήταν κάπου τέσσερις τα χαράματα όταν τα τηλεφωνήματα που δέχτηκα έκαναν λόγο για φωτιά σε διαμέρισμα δευτέρου ορόφου τετραώροφης πολυκατοικίας. Οι κλήσεις ήταν συνεχόμενες κάτι που απέκλειε το γεγονός της ψευδούς κλήσης. Η κινητοποίηση από την δική μας πλευρά ήταν άμεση. Και τα δυο πυροσβεστικά οχήματα ξεκίνησαν για το συμβάν και όταν έφτασαν εκεί επικοινωνήσαμε μέσω ασυρμάτου για περισσότερες πληροφορίες από τον επικεφαλής της εξόδου.
Οι πρώτες πληροφορίες έκαναν λόγο για ύπαρξη φωτιάς στην κουζίνα του διαμερίσματος, αλλά αυτό που πραγματικά με καθήλωσε ήταν η είδηση ότι μέσα στο σπίτι ήταν εγκλωβισμένο ένα παιδί. Οι γονείς του είχαν απομακρυνθεί από τους ενοίκους της πολυκατοικίας και όταν επιχείρησαν ξανά να μπουν μέσα στο διαμέρισμα για να βγάλουν και το παιδί, αυτό ήταν αδύνατο από τους καπνούς που ολοένα και γίνονταν πυκνότεροι, όπως και οι φλόγες, που λόγω της παλαιότητας του κτίσματος είχαν περικυκλώσει ολόκληρη την πολυκατοικία.
Η μοναδική διέξοδος ήταν το κλιμακοφόρο όχημα. Αυτό μου ανακοίνωσε ο επικεφαλής της εξόδου σε επικοινωνία που είχαμε τονίζοντας για την αμεσότητα της εκτέλεσης αυτής της εντολής από την πλευρά μου.
Μέσα σε δευτερόλεπτα έπρεπε να ειδοποιήσω κάποια από τα άτομα που για εκείνη την ημέρα ήταν σε επιφυλακή, θα έχανα όμως πολύτιμο χρόνο ώσπου να τους βρω. Έτσι αποφάσισα να κάνω μόνος μου ό, τι μπορώ. Δεν είχα χρόνο ούτε για δεύτερη σκέψη, ούτε καν μου πέρασε από το μυαλό ότι είμαι ανάπηρος. Με το αναπηρικό καροτσάκι έφτασα μέχρι το όχημα που ήταν σταθμευμένο στο γκαράζ του σταθμού. Έβαλα δύναμη στα χέρια μου και παραπατώντας σηκώθηκα όρθιος. Έπιασα την λαβή της πόρτας την άνοιξα και σέρνοντας το σώμα μου ανέβηκα. Όλα τα άλλα είναι εύκολα, έλεγα μέσα μου για να πάρω δύναμη διαλύοντας τις αυταπάτες μου. Άναψα τους φάρους και έβαλα σε λειτουργία την σειρήνα του οχήματος. Οδηγούσα. Οδηγούσα. Μπροστά μου δεν έβλεπα τίποτα άλλο παρά μόνο την σωτηρία του παιδιού. Ένοιωθα τα πόδια μου. Ένοιωθα τα πόδια μου. Εγώ που είχα χρόνια να οδηγήσω τώρα αυτή την στιγμή κρατούσα το τιμόνι στα χέρια μου. Ένοιωθα τα πόδια μου. Το έλεγα ξανά και ξανά. Δίχως να το καταλάβω ήμουν έξω από την πολυκατοικία, αψηφώντας τις κλήσεις του ασύρματου για την επιστροφή του οχήματος στον σταθμό. Από το μπαλκόνι διπλανής πολυκατοικίας είχε μπει μέσα στο δωμάτιο ο επικεφαλής της πυροσβεστικής εξόδου και απεγκλώβισε το παιδί. Οι συνάδελφοι που ήταν εκεί στάθηκαν ακίνητοι όταν με είδαν να κατεβαίνω από το πυροσβεστικό όχημα. Μόνος, δίχως καμία βοήθεια έκανα ένα μικρό βήμα, έκανα ένα άλλο…