17-09-2024, Ω/10:30′
Στον αιώνα του Σιδήρου, που διαδέχτηκε την εποχή του Χαλκού, η διαφθορά είχε ξεπεράσει κάθε όριο. Η Σεμνότητα, η Καλή Πίστη και η Αλήθεια είχαν εκδιωχθεί από τη Γη και είχαν δώσει τη θέση τους στην Απάτη, τη Φιλαργυρία και την Προδοσία. Οι άνθρωποι οριοθέτησαν τις ιδιοκτησίες τους, ενώ μοίρασαν τη Γη, η οποία ανήκε σε όλους, όπως ανήκει στον καθένα ο Αέρας και το Φως. Ανικανοποίητοι από τις σοδειές των σιτηρών και τους καρπούς που τους παρείχε η Γη και όντας πλεονέκτες, την ανάσκαψαν και ανακάλυψαν τους θησαυρούς της, όπως ήταν ο Χρυσός και ο Σίδηρος. Η Διχόνοια, χρησιμοποιώντας και τους δύο, έσπειρε τον πόλεμο και έκανε τη Γη να αντηχήσει από τον αχό των όπλων. Η Ευσέβεια αντιμετωπιζόταν με περιφρόνηση, ενώ η Αστραία, η τελευταία από τις θεότητες που είχε παραμείνει κοντά στους ανθρώπους, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τελικά την κατοικία της στη Γη, όταν βάφτηκε με αίμα.
Ο απόηχος των ταραχών αυτών έφτασε μέχρι τον Ουρανό και ο Δίας εξαγριώθηκε. Προκειμένου να πληροφορηθεί την αλήθεια, πήρε ανθρώπινη μορφή και κατέβηκε στη Γη. Όταν έφτασε στην Αρκαδία, έδωσε στους κατοίκους να καταλάβουν ότι ήταν θεός. Ο λαός άρχισε να του αποδίδει τις ανάλογες τιμές, αλλά δεν συνέβη το ίδιο και με το βασιλιά τους, τον σκληρό Λυκάωνα. Σε καθημερινή βάση χλεύαζε την ευπιστία και την ευσέβεια του λαού του. «Σύντομα θα μάθω, αν ο ξένος ετούτος είναι θεός ή άνθρωπος. Διαθέτω μέσο αλάθητο για να σιγουρευτώ», έλεγε ο βασιλιάς γεμάτος αλαζονεία. Το σχέδιο ήταν το εξής: θα επιχειρούσε να σκοτώσει το Δία στον ύπνο του. Προτού όμως φτάσει σε αυτή τη δοκιμασία, διέταξε τους υπηρέτες του να σφάξουν έναν αιχμάλωτο, που του είχαν στείλει οι Μολοσσοί. Στη συνέχεια, είπε να βράσουν ορισμένα από τα μέλη του, να ψήσουν τα υπόλοιπα και να τα προσφέρουν στο θεό….
Μόλις ο Δίας αντίκρισε τα αποτρόπαια εδέσματα, εξαγριώθηκε. Αισθάνθηκε προσβεβλημένος και αποφάσισε την τιμωρία του Λυκάωνα. Έδωσε διαταγή στον Ήφαιστο, ο οποίος έστειλε φωτιά και έκανε στάχτη το ανάκτορο του. Τρομοκρατημένος ο Λυκάωνας τράπηκε σε φυγή. Όταν αντιλήφθηκε ότι είχε απομακρυνθεί από την πόλη και βρισκόταν πλέον στην ύπαιθρο, άρχισε να ουρλιάζει, θέλοντας να εκφράσει την απόγνωσή του, διότι όσο κι αν πάσχιζε να μιλήσει, δεν τα κατάφερνε. Γεμάτος οργή, άρχισε να επιδεικνύει το μένος του, σκοτώνοντας όσα ζώα έβρισκε στο διάβα του. Ο Δίας για να τον τιμωρήσει, μετέτρεψε τα ρούχα του σε πέλος, δηλαδή σε τρίχωμα και τους βραχίονες του σε κνήμες, μεταμορφώνοντας τον σε λύκο. Αν και μεταμορφωμένος, συνέχισε να διατηρεί τα ίχνη της πρότερης του μορφής. Το γκρίζο τρίχωμα, το αγριωπό ύφος και τα σπινθηροβολία μάτια του ζώου θεωρούνται μέχρι σήμερα η προσωποποίηση της σκληρότητας….
Στην Σκανδιναβική μυθολογία, περίοπτη θέση καταλαμβάνουν τρεις λύκοι: ο γιγαντιαίος «κακόβουλος» Στην Σκανδιναβική μυθολογία, περίοπτη θέση καταλαμβάνουν τρεις λύκοι: ο γιγαντιαίος «κακόβουλος» Fenrisulfr ή Fenrir, και οι Geri και Freki, πιστοί στον θεό Οντίν, οι οποίοι ήταν φημισμένοι ότι «έφερναν γούρι.
Στον Ζωροαστρισμό, οι αρχαίοι Πέρσες είχαν δημιουργηθεί από το «σκοτάδι» του Αριμάν, και ως εκ τούτου, ήσαν πλάσματα του «κακού» που ανήκαν στις θεότητες daevas.
Σύμφωνα με τον μύθο, η δημιουργία της λιθουανικής πρωτεύουσας Βίλνιους ξεκίνησε όταν ο Μεγάλος Δούκας Gediminas ονειρεύτηκε έναν σιδερένιο λύκο να ουρλιάζει κοντά στον λόφο, όπου σήμερα βρίσκεται ο ομώνυμος πύργος. Η λιθουανική θεά Medeina είχε χαρακτηριστεί ως εργένισσα, απρόθυμη να παντρευτεί, αν και ήταν αισθησιακή και όμορφη κυνηγός. Απεικονίζεται ως λύκαινα με συνοδεία αρσενικών λύκων.
Ο λύκος, ως μυθικό δημιούργημα, είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένος με την Βαλκανική και, ιδιαίτερα την Σερβική, μυθολογία και λατρεία. Στην παλαιά Σερβική θρησκεία και μυθολογία, ο λύκος χρησιμοποιήθηκε ως τοτέμ, ενώ στην Σερβική επική ποίηση, ο λύκος είναι σύμβολο θάρρους.
Στην μυθολογία των λαών της Τουρκίας και της Μογγολίας, ο λύκος είναι σεβαστό ζώο. Οι τουρκικοί σαμανικοί λαοί πίστευαν ότι ήσαν απόγονοι των λύκων. Ο θρύλος της Ασένα (Asena) είναι παλιός τουρκικός μύθος που λέει για το, πώς δημιουργήθηκαν τα τουρκικά φύλα. Στην Βόρεια Κίνα ένα μικρό τουρκικό χωριό δέχθηκε επίθεση από Κινέζους στρατιώτες, αλλά ένα μωρό έμεινε εγκαταλειμμένο. Μια ηλικιωμένη λύκαινα με μπλε χαίτη, η Ασένα, βρήκε το μωρό και το ανέθρεψε, κατόπιν γέννησε κουτάβια που είχαν μορφή μισή-λύκου, μισή-ανθρώπου, από τα οποία γεννήθηκαν τα τουρκικά φύλα. Επίσης, στην τουρκική μυθολογία πιστεύεται ότι ένας γκρίζος λύκος έδειξε στους Τούρκους την διέξοδο από την θρυλική τους πατρίδα, Εργκένεκον, και τους επέτρεψε να εξαπλωθούν και να κατακτήσουν τους γείτονές τους.
Οι Ινδιάνοι, Θαύμαζαν και σεβόταν την υπομονή και την επιμονή των λύκων, που είναι τα πιο αποτελεσματικά όπλα για το κυνήγι. Το να τους λέει κάποιος ότι κυνηγούν σαν το λύκο ήταν η μεγαλύτερη φιλοφρόνηση.
Για τους Ινδιάνους οι λύκοι είχαν τρεις κύριους συμβολισμούς. Αυτόν της ισχύς, του μυστηρίου και της αντοχής, αφού ο λύκος μπορεί να ζήσει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς τροφή και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες.
Το να σκοτώσουν έναν λύκο ήταν για τους Ινδιάνους ανεπίτρεπτο γιατί πίστευαν ότι έτσι προκαλούσαν την αγέλη να εκδικηθεί για το θάνατό του και θα τιμωρούνταν από αυτή, όπως θα έπαιρναν εκδίκηση και οι ίδιοι αν κάποιος σκότωνε ένα μέλος της φυλής τους.
Για τους Αιγύπτιους και τους Ρωμαίους είναι σύμβολο ανδρείας. Επίσης εμφανίζεται σαν φύλακας σε ένα μεγάλο αριθμό μνημείων. Στη μυθολογία του Βορρά εμφανίζεται σαν «λύκος τερατώδης», που κατέστρεφε τις αλυσίδες και τις φυλακές, και που τελικά έκλεισαν στα βάθη της γης. Αυτό το τέρας θα πρέπει να σπάσει κι αυτή τη φυλακή στο λυκόφως των θεών (δηλαδή όταν φτάσει η συντέλεια του κόσμου), και θα κατασπαράξει τον ήλιο.
Γενικότερα σε όλους τους αρχαίους ο λύκος συμβολίζει τα ανώτερα ιδανικά των ελευθέρων ανθρώπων, δηλαδή την Αξιοπρέπεια, την Αφοσίωση, την Επιμονή και την Γενναιότητα, αλλά κυρίως -λόγω του ότι βλέπει άριστα την νύκτα- την Φώτιση (εξ ου και η κοινή ρίζα λυκ- στην Ελληνική για το συγκεκριμένο ζώο και το φως, λ.χ. Λύκαιον, Λυκόφως, Λυκομίδης, Λυκούργος δηλ. Λυκόεργος, φωτοδότης). Υπό αυτές λοιπόν τις συμβολιστικές, ο λύκος θεωρείται ιερό ζώο των Ελλήνων Θεών Ηλίου (“Λυκάβας” στον Όμηρο και τον Ιουλιανό) και Απόλλωνος (υπό την επίκληση “Λύκιος”) και Άρεως, αλλά και των Ρωμαίων Mars και Silvanus, καθώς και του ηλιακού Θεού Bellenus των Κελτών και του ηλιακού Θεού των Αιγυπτίων Ρα.
Φίλες και φίλοι, ο Λύκος είναι ένα εμβληματικό ζώο, του οποίου οι ικανότητες και ιδιότητες ενέπνευσαν τους μυθογράφους – τους παραμυθάδες με πρώτο τον Αίσωπο – και τους μελετητές όλων των εποχών, οδηγώντας τους σε εκείνη την γκρίζα περιοχή του λυκόφωτος, ανάμεσα στον φόβο και τον θαυμασμό. Κερδίζοντας, ωστόσο, τον θαυμασμό όλων. Οι μυθολογίες όλων των λαών της γης, βρίθουν από θρύλους και παραδόσεις γύρω από το Λύκο.
Σας ευχόμαστε ένα όμορφο βράδυ, μια θαυμαστή εβδομάδα και καλό μήνα!
Βάσω Δενδροπούλου
ΠΗΓΕΣ: «Ελληνική Μυθολογία ο Ναός των Μουσών – mixanitouxronou”, Mythagogia blogspot.com, Βικιπαίδεια, Juan Eduardo Cirlot «Το Λεξικό των Συμβόλων».